Έκκριμα Θηλής

Τι είναι;

Ως έκκριμα θηλής συνίσταται το υγρό που εκκρίνεται από τη θηλή ή αμφότερες τις θηλές. Τη περίοδο της εγκυμοσύνης αλλά και του θηλασμού θεωρείται αναμενόμενο και ως εκ τούτου φυσιολογικό να συμβεί. Αν και παρατηρείται στις γυναίκες που θηλάζουν, όσον αφορά τις γυναίκες που δεν θηλάζουν, μπορεί να θεωρηθεί φυσιολογικό μόνο κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες και προϋποθέσεις, κυρίως ως απόρροια ορμονικών αλλαγών. Σε αυτή την περίπτωση πρέπει να διερευνηθεί περαιτέρω, αν και δεν είναι ενδεικτικό κακοήθειας. Εάν τώρα συμβεί σε κάποιον άνδρα, θεωρείται παθολογικής φύσεως.

Ποια τα είδη εκκρίματος θηλής;

Το έκκριμα θηλής διακρίνεται σε φυσιολογικό και παθολογικό και ακριβώς αυτή τη διάκριση οφείλει να επιβεβαιώσει ο διαγνωστικός έλεγχος. Υπό κανονικές συνθήκες το έκκριμα είναι μη αιματηρό και προέρχεται από διαφορετικούς πόρους, ενώ το χρώμα του εμφανίζει ποικιλία. Στη περίπτωση παθολογικού εκκρίματος, το έκκριμα είναι αιματηρό (παρουσία αιμοσφαιρίνης), αυτόματο, μονόπλευρο και από 1 πόρο μόνο. Στην περίπτωση παθολογικής έκκρισης συγκαταλέγεται και ο καρκίνος μαστού σε ποσοστό 5-10%.

Για ποιο λόγο συμβαίνει;

Αν η εκροή υγρού δεν είναι μητρικό γάλα, τότε αναζητούνται άλλα αίτια. Σημαντικές πληροφορίες όσον αφορά το αίτιο αντλούνται από το χρώμα (ποικίλει από λευκό- κίτρινο έως πράσινο ή κυανόμαυρο) και τη σύσταση του υγρού. Το έκκριμα θηλής μπορεί να οφείλεται λοιπόν στους εξής παράγοντες:

  • Στο θηλασμό: Η εκροή υγρού κατά τη διάρκεια του θηλασμού θεωρείται αρκετά συχνή και μάλιστα έχει παρατηρηθεί ότι δύναται να εμφανιστεί/συνεχιστεί έως και 2 χρόνια μετά τη διακοπή του θηλασμού. Ωστόσο, όσες γυναίκες δεν θήλασαν είναι πιθανό να εμφανίσουν μικρή αμφοτερόπλευρη έκκριση γάλακτος.
  • Στη (φυσιολογική) γαλακτόρροια: Η οποία ορίζεται ως η έκκριση του γαλακτώδους υγρού από τη θηλή εκτός εγκυμοσύνης, γαλουχίας ή λοχίας. Θεωρείται φυσιολογικό να εκρίνεται υγρό μετά τη διακοπή του θηλασμού και την αποκατάσταση του εμμηνορυσιακού κύκλου. Επιπλέον, σημειώνεται πως μπορεί να αποτέλεσμα μηχανικού ερεθισμού των θηλών.
  • Στη γαλακτόρροια λόγω φαρμακευτικής αγωγής: Εξαιτίας της λήψης φαρμάκων μπορεί να εμφανιστεί αμφοτερόπλευρο έκκριμα χωρίς την παρουσία αίματος. Τα εν λόγω φάρμακα μπορεί να είναι αυτά που μειώνουν την παραγωγή ντοπαμίνης (π.χ. τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά, βενζοδιαζεπίνες), όσα αναστέλλουν τους υποδοχείς ντοπαμίνης (π.χ. μετοκλοπραμίδη ή αλλοπεριδόλη) ή όσα εμφανίζουν αντιοιστρογονική δράση.
  • Στο αδένωμα της υπόφυσης: Συνήθως εκεί αποδίδεται το έκκριμα θηλής σε γυναίκες που δεν θηλάζουν.

Έκκριμα θηλής – Διαγνωστικός έλεγχος

Είναι απαραίτητο όλες οι γυναίκες που παρουσιάζουν ασυνήθιστο έκκριμα θηλής να επισκεφτούν αμέσως τον ιατρό τους. Πρέπει να αξιολογηθεί εγκαίρως ο τύπος του εκκρίματος και έπειτα, αναλόγως την περίπτωση να γίνουν όλες οι προβλεπόμενες εξετάσεις. Το πρώτο βήμα είναι η καταγραφή και λήψη του ιστορικού του ασθενούς ώστε να διακριθεί η φυσιολογική από την παθολογική έκκριση. Έπειτα ο ιατρός, μέσω της κλινικής εξέτασης, πρέπει να διερευνήσει και αν αποφανθεί για τα εξής :

  • τα χαρακτηριστικά της έκκρισης,
  • την πιθανή παρουσία αλλαγών του δέρματος, της θηλαίας άλω και της συμμετρίας των μαστών,
  • την ύπαρξη εισολκής, και
  • την παρουσία ψηλαφητής μάζας και περιοχικής λεμφαδενοπάθειας.

Η διαγνωστική προσέγγιση συνεχίζεται με μια σειρά από εξετάσεις:

  • Τη μαστογραφία. Αναδεικνύει μικροαποτιτανώσεις με κατανομή πόρων ωστόσο δεν ενδείκνυται για τη διάγνωση βλαβών υψηλού κινδύνου ή ατυπίας. Είναι απαραίτητη σε όλες τις ασθενείς άνω των 35 ετων.
  • Το υπερηχογράφημα. Αν και ομοίως έχει μικρό πεδίο ελέγχου, εντούτοις μπορεί να διαπιστώσει διατεταμένους πόρους πίσω από τη θηλή και την πιθανή ύπαρξη ενδοαυλικών μορφωμάτων.
  • Συμπληρωματικές διαγνωστικές μέθοδοι είναι η γαλακτογραφία, η μελέτη των πόρων με ενδοσκόπηση, η λήψη δειγμάτων μετά από έκπλυση και αναρρόφηση και η κυτταρολογική εξέταση του εκκρίματος για την παρουσία παθολογικών κυττάρων. Οι προαναφερθείσες ωστόσο συστήνονται μόνο σε συγκεκριμένες περιπτώσεις ασθενών.

Έκκριμα θηλής – Αντιμετώπιση και θεραπεία

Εφόσον το έκκριμα θηλής προέρχεται από φυσιολογικά αίτια και ο διαγνωστικός έλεγχος δεν έδειξε κάτι ανησυχητικό, τότε ανάλογη του αιτίου είναι και η θεραπεία. Στην περίπτωση παθολογικής έκκρισης, προτείνεται η χειρουργική εκτομή των τελικών πόρων μαζί με τμήμα περιβάλλοντος αδένα, με την προϋπόθεση ότι δεν γίνεται λόγος για κακοήθεια. Η εκτομή των πόρων προτείνεται σε ηλικιωμένες ασθενείς, ενώ σε νεότερες μόνο η εκτομή του πόρου με την παθολογική έκκριση. Ασφαλώς και στις 2 περιπτώσεις χειρουργικής εκτομής είναι απαραίτητος ο ιστολογικός έλεγχος, από τον οποίο και εξαρτάται η περαιτέρω θεραπεία.

 

Ο Δρ Γιώργος Νικολαΐδης είναι χειρουργός μαστολόγος και διακρίνεται για την μακρόχρονη μετεκπαίδευση και κλινική εμπειρία του στον τομέα της Μαστολογίας – Χειρουργικής του Μαστού. Διαθέτει μεγάλη εμπειρία στη διαγνωστική και επεμβατική χρήση υπερήχων μαστού, ενώ να σημειωθεί πως είναι από τους λίγους χειρουργούς στην Ελλάδα που έλαβε πιστοποίηση για ADVANCED LAPAROSCOPIC από την Χειρουργική Εταιρία Βορείου Ελλάδας σε συνεργασία με την Δ’ Χειρουργική Κλινική του ΑΠΘ. Έχει παρακολουθήσει πληθώρα σεμιναρίων στην Ελλάδα και το εξωτερικό.

Επικοινωνία

Επικοινωνία